Τι μας κάνει «κλικ» και συμπαθούμε αμέσως κάποιους ανθρώπους, και όχι κάποιους άλλους; Γιατί νιώθουμε πολύ κοντά με ορισμένους, αν και τους γνωρίζουμε ελάχιστα, και πώς είναι δυνατό να ερωτευθούμε κάποιον άγνωστο με την πρώτη ματιά;

Σύμφωνα με το βιβλίο «Κλικ, η μαγεία της άμεσης επαφής: Τα 5 μυστικά για τον έρωτα, τη φιλία και την καλή συνεργασία» υπάρχει λογική εξήγηση. Το «κλειδί» για να έρθουμε γρήγορα πολύ κοντά με κάποιον είναι η ειλικρίνεια, η εγγύτητα, ο μαγνητισμός, οι ομοιότητες και το να μοιραζόμαστε δύσκολες εμπειρίες.

Η έλξη μπορεί να είναι ερωτική ή και φιλική, και η συμπάθεια μπορεί να απευθύνεται σε έναν συνάδελφο ή ακόμα και στον διπλανό μας στο τρένο. Όταν, όμως, κάποιος μάς κάνει «κλικ», νιώθουμε σαν να τον ξέραμε από πάντα.

Σύμφωνα με το νέο βιβλίο των ψυχολόγων Ρομ και Ορι Μπράφμαν αυτό το συναίσθημα δεν είναι απλώς κοινό για όλους τους ανθρώπους, αλλά εξηγείται επιστημονικά. Όπως εξηγούν οι βρετανοί συγγραφείς, «κάθε φορά που συμβαίνει αυτό συντρέχουν πέντε πολύ συγκεκριμένοι παράγοντες».

Ποιοι είναι αυτοί οι παράγοντες;

Ο πρώτος παράγων είναι η ειλικρίνεια: όταν είμαστε «ανθρώπινοι και ανοιχτοί», ο άνθρωπος που είναι απέναντί μας χαλαρώνει και είναι εύκολο να μας συμπαθήσει, ακόμη και να μας ερωτευθεί. Επιπλέον, χωρίς να κάνουμε ανάρμοστες ή πολύ προσωπικές αποκαλύψεις, «αν επιτρέψουμε στον εαυτό μας να εμφανιστεί λίγο ευάλωτος ή τρωτός, βοηθά στο να μας εμπιστευτεί ο άλλος, ακριβώς επειδή παίρνουμε ένα ψυχολογικό ή συναισθηματικό ρίσκο.

Όταν και οι δύο αποκαλύπτουν καλοπροαίρετα ποιοι είναι, δημιουργείται ένα ιδανικό περιβάλλον οικειότητας, που σε άλλες περιπτώσεις χρειάζεται καιρό για να δημιουργηθεί» εξηγούν οι Μπράφμαν.

«Η εγγύτητα μπορεί, επίσης, να… κάνει θαύματα. Αν θέλετε να κάνετε “κλικ” σε κάποιον, φροντίστε να βρεθείτε κυριολεκτικά όσο πιο κοντά του γίνεται», λένε οι βρετανοί συγγραφείς. Γνωρίζοντας κάποιον σιγά σιγά ή συναντώντας τον συχνά σε ένα ουδέτερο περιβάλλον, όπως το γραφείο ή το πολυκατάστημα της γειτονιάς, δημιουργείται μια οικειότητα που μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μία ουσιαστική σχέση.

Το τρίτο «κλειδί» είναι αυτό που οι Μπράφμαν αποκαλούν « μαγνητισμό », το σεξαπίλ. Το εκπέμπουμε όταν νιώθουμε δικαιολογημένη αυτοπεποίθηση, πίστη στις ικανότητές μας και άνεση με τον εαυτό μας. « Αν αυτό είναι κάτι που γίνεται εμφανές σε μια συζήτηση, τότε είμαστε πολύ κοντά στο “κλικ”», γράφουν στο βιβλίο. Γκρεμίζοντας τον μύθο ότι τα ετερώνυμα έλκονται οι δύο ψυχολόγοι δίνουν έμφαση στις ομοιότητες, όχι στις διαφορές.

«Δύσκολα θα νιώσουμε να συνδεόμαστε από την πρώτη ματιά με κάποιον που δεν έχει χιούμορ, δεν καταλαβαίνει τίποτα για τη ζωή μας και προέρχεται από μια χώρα την οποία δεν έχουμε επισκεφθεί ποτέ. Είμαστε «προγραμματισμένοι» από τη φύση έτσι ώστε ανάμεσα σε μια ομάδα ατόμων να ψάχνουμε εκείνο που μας μοιάζει περισσότερο.

Όταν αναγνωρίζουμε ομοιότητες με έναν ξένο, έστω και υποσυνείδητα, νιώθουμε αμέσως έλξη και συμπάθεια… ακόμα περισσότερο αν μοιραστούμε δύσκολες στιγμές μαζί του. Μάλιστα, όσο μεγαλύτερη η αντιξοότητα τόσο πιο δυνατός είναι ο δεσμός που δημιουργείται μεταξύ εκείνων που τη μοιράζονται», λένε οι δύο ψυχολόγοι.

Τα 5 μυστικά του έρωτα με την πρώτη ματιά

Ειλικρίνεια: Στις ανθρώπινες σχέσεις υπάρχει ένα «φράγμα οικειότητας» που πρέπει να «σπάσει». Αυτό συμβαίνει όταν είμαστε «ανοιχτοί» και ειλικρινείς με τον άλλον από την πρώτη στιγμή.

Εγγύτητα: Ο χρόνος, και ιδίως ο χώρος, μετράνε πολύ. Η διαρκής επαφή και συναναστροφή οδηγούν στην αμοιβαία συμπάθεια μεταξύ δύο ατόμων.

Μαγνητισμός: Η αυτοπεποίθηση, η αφοσίωση σε αυτό που κάνουμε και η πίστη στις ικανότητές μας είναι ιδιότητες που ελκύουν τους άλλους σε εμάς.

Ομοιότητες: Όσο πιο πολλά κοινά ενδιαφέροντα έχουμε με κάποιον τόσο πιο εύκολο είναι να αναπτύξουμε βαθιά σχέση μαζί του.

Κοινές εμπειρίες: Όταν μοιράζονται εμπειρίες, και μάλιστα σε αντίξοες συνθήκες, δύο άνθρωποι ενώνονται και αναπτύσσονται μεταξύ τους πιο ισχυροί δεσμοί.

Κεραυνοβόλος ο έρωτας για τους άνδρες

Σε αντίθεση με τις γυναίκες, που χρειάζονται τουλάχιστον έξι συναντήσεις για να αποφασίσουν, εκείνοι ερωτεύονται με την πρώτη ματιά, δείχνει επιστημονική έρευνα

Οι μισοί άνδρες μπορούν να καταλάβουν ότι γνώρισαν τη γυναίκα της ζωής τους στο πρώτο ραντεβού, ενώ οι γυναίκες χρειάζονται τουλάχιστον έξι συναντήσεις, για να είναι σίγουρες. Μία ματιά με νόημα μέσα σε ένα κατάμεστο, από κόσμο, δωμάτιο. Μία υποψία χαμόγελου. Και λίγο άρωμα. Αυτά είναι τα τρία βασικά συστατικά που χρειάζεται ένας άνδρας για να ερωτευτεί. Μάλιστα, μπορεί να μη χρειαστεί ούτε να μιλήσει στη γυναίκα που του αρέσει, αλλά έχει καταλάβει ότι την έχει ερωτευτεί, σύμφωνα με νέα επιστημονική έρευνα.

Οι γυναίκες, από την πλευρά τους, χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να αποφασίσουν αν θα ερωτευθούν, καθώς γι’ αυτές ο έρωτας, εκτός από συναίσθημα, έχει και τη λογική του. Μπορεί οι άνδρες να δείχνουν τα αισθήματά τους από την πρώτη στιγμή, οι γυναίκες, όμως, χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να καταλάβουν αν αυτός είναι ο «ένας».

Στη έρευνα φάνηκε πως ο ένας στους πέντε άνδρες ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά. Οι μισοί από αυτούς που συμμετείχαν δήλωσαν πως ερωτεύτηκαν στο πρώτο ραντεβού, ενώ ένας στους τρεις είχαν παραδοθεί ολοκληρωτικά στον έρωτα στα τρία πρώτα ραντεβού.

Σε αντίθεση, μόνο μία στις δέκα γυναίκες δήλωσαν ότι αισθάνθηκαν κεραυνοβόλο έρωτα. Οι περισσότερες περίμεναν τουλάχιστον μέχρι το έκτο ραντεβού για να βεβαιωθούν ότι είναι ο σωστός άνδρας γι’ αυτές. Η έρευνα έρχεται να ανατρέψει την επικρατούσα άποψη ότι οι γυναίκες αισθάνονται κεραυνοβόλο έρωτα, αλλά οι ψυχολόγοι τονίζουν το πόσο διαφορετικά σκέφτονται οι άνδρες από τις γυναίκες στην αναζήτηση συντρόφου.

Ο καθηγητής Αλεξάντερ Μόρντον, ψυχολόγος και μέλος της Βρετανικής Ψυχολογικής Εταιρείας, καταλήγει στη μελέτη του ότι τα χαρακτηριστικά των φύλων διαφέρουν πολύ στην αντιμετώπιση του συγκεκριμένου θέματος.

Οι άνδρες φαίνεται ότι προσέχουν περισσότερο τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, ώστε να αποφασίσουν αν θα ερωτευτούν κάποια, ενώ οι γυναίκες είναι πιο πολύπλοκες και επιμένουν να ζυγίζουν τα υπέρ και τα κατά.

Οι γυναίκες είναι καλύτερες στο να αναγνωρίζουν την κοινωνική θέση του άνδρα, και απευθύνουν ερωτήσεις στον εαυτό τους, όπως «θα με κάνει να αισθάνομαι ασφαλής;», «θα είναι καλός πατέρας για τα παιδιά μου;». Επίσης, είναι πιο ικανές από τους άνδρες στη λήψη μιας μακροχρόνιας απόφασης.

Η έρευνα έγινε σε 1.500 άνδρες και 1.500 γυναίκες ηλικίας από 16 έως 86 ετών και με την ευκαιρία έκδοσης ενός βιβλίου της Ελίζαμπεθ Νομπλ με τίτλο «The way we were» (όπως ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας «Τα καλύτερά μας χρόνια» με τους Ρέντφορντ – Στράιζαντ) με κεντρικό θέμα τους παιδικούς έρωτες που επιστρέφουν στη ζωή μας έπειτα από πολλά χρόνια.

Οι άνδρες λένε πιο εύκολα το «σ’ αγαπώ» από τις γυναίκες, έδειξε η έρευνα. Όμως, και τα δύο φύλα φαίνεται να συμφωνούν σε ένα πράγμα: όλοι τους λένε ότι η πρώτη αγάπη που αισθάνθηκαν ήταν και η πιο δύσκολη για να την ξεπεράσουν. Μάλιστα ένας στους τέσσερις δηλώνει ότι ποτέ του δε συνήλθε από τον χωρισμό της πρώτης αγάπης.

Πηγή: govastileto.gr

Διάβασε επίσης: Καλοκαιρινοί έρωτες: Μπορούν να γίνουν κανονική σχέση;

Ακολουθήστε το Miss or Madam στο Facebook και στο Instagram.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.